Αναζητώντας τα αυτονόητα

ΑΡΘΡΟ ΑΠΟ ΤΗ "ΓΑΛΕΡΑ"

Αναζητώντας τα αυτονόητα
Ένας δηµοσιογράφος –πέρα από τις παραλήψεις και τις εγκληµατικές αµέλειες– ανακαλύπτει προθέσεις για αλλαγές προς το καλύτερο και η ΓΑΛΕΡΑ ανοίγει τον φάκελο «Φυλακές Ανηλίκων».

Ένας πατέρας επισκέπτεται τον γιο του στη Φυλακή Ανηλίκων τού Αυλώνα. Μετά το επισκεπτήριο ρωτάει τον διευθυντή: «Από πόσο χρονών τα παίρνετε εδώ;».
«Από 14 και πάνω», απαντά αµήχανα ο διευθυντής. «Τρώνε καλά εδώ», λέει ο πατέρας. «Μπορώ να αφήσω και τον άλλο µου γιο, µέχρι να βγουν τα καρπούζια;».
Αυτή την αληθινή ιστορία χρησιµοποιεί ο διευθυντής των Φυλακών Ανηλίκων τού Αυλώνα για να δείξει πόσο έχουνε αλλάξει οι συνθήκες στη φυλακή. Μια δεύτερη σκέψη είναι ότι ίσως έχουν αλλάξει και µερικοί τσιγγάνοι!
Ωστόσο, µια επίσκεψη στη φυλακή µας έπεισε ότι κάτι διαφορετικό βρίσκεται σε εξέλιξη, και είναι µάλλον καλό. Ο ραδιοφωνικός σταθµός Άλφα 989 συγκέντρωσε βιβλία για τη βιβλιοθήκη τού σχολείου των φυλακών. Μια µικρή δηµοσιογραφική οµάδα συνοδευόµενη από τον Λάκη Λαζόπουλο παρέδωσε περίπου 5.000 βιβλία.

Έγκληµά µου η προσφυγιά µου

Όταν περάσαµε την πόρτα τού διοικητηρίου, η πρώτη µας ερώτηση ήταν για τον Νασίµ. Τον ανήλικο τότε Αφγανό που έγραψε ένα άρθρο στη ΓΑΛΕΡΑ για την περιπέτειά του στις φυλακές. Καταδικάσθηκε σε τρεις µήνες περιορισµό για την παράνοµη είσοδο στη χώρα, και τελικά έµεινε χωρίς κανένα λόγο περίπου 6 µήνες παραπάνω στη φυλακή.
«Άστα φίλε µου», σχολιάζει ένας διοικητικός υπάλληλος. «Λάθος. Δεν είχαµε όµως µηχανοργάνωση!».
Όλοι θυµούνται τον Νασίµ. Το πάθηµά του έκανε τον επόµενο διευθυντή να προσπαθεί να µηχανοργανώσει τη φυλακή, ώστε να γνωρίζει ανά πάσα στιγµή για ποιο λόγο κρατούνται οι ανήλικοι, ποτέ αποφυλακίζονται, ποιοι έχουν δικηγόρο, ποιοι έχουν επικίνδυνα νοσήµατα κ.ο.κ. «Δηλαδή αυτά δεν είναι αυτονόητα;», ρωτάµε.
Ένα πικρό χαµόγελο ήταν η αρκετά εύγλωττη απάντηση του υπαλλήλου.

Η λογική τού παραλόγου

Στις Φυλακές Ανηλίκων κρατούνται περίπου 330 κρατούµενοι. Το 1/3 είναι Έλληνες. Οι υπόλοιποι είναι αλλοδαποί. Αρκετοί καταδικάστηκαν για παράνοµη είσοδο στην Ελλάδα. Το δικαστήριο τους καταδικάζει σε τρίµηνη ποινή και χρηµατικό πρόστιµο. Όταν λήξει το τρίµηνο, φυσικά, δεν έχουν να πληρώσουν το πρόστιµο και κάθονται µερικούς µήνες ακόµη –συνήθως άλλους τέσσερις. Αποφυλακίζονται, αλλά δεν είναι δυνατόν να απελαθούν, καθώς προέρχονται από εµπόλεµες χώρες. Έτσι βγαίνουν στην κοινωνία, όπου µετά από λίγο παίρνουν τη ροζ κάρτα, η οποία αποτελεί µια µορφή προσωρινής νοµιµοποίησης. Το παράδοξο είναι ότι ζουν εφτά µήνες στη φυλακή, αν και το µόνο τους έγκληµα είναι ότι έφυγαν από την εµπόλεµη χώρα τους, για να µην πεθάνουν είτε από τις σφαίρες είτε από την πείνα. Τελικά, η πολιτεία τους δίνει και ροζ κάρτα.
Στο ερώτηµα γιατί δεν παρακάµπτουµε εντελώς το στάδιο της φυλάκισης, απάντηση δεν υπάρχει. Οι φύλακες, όπως και η λογική, σηκώνουν τα χεριά ψηλά. Άλλωστε οι υπάλληλοι δεν αποφασίζουν. Εντολές εκτελούν.

Είδη πρώτης ανάγκης

Στολή φυλακισµένου δεν υπάρχει. Οι κρατούµενοι φοράνε τα δικά τους ρούχα. Όµως οι πιο φτωχοί και οι µετανάστες δεν έχουν. Με το ίδιο βρεγµένο µπλουζάκι που τους πιάνουν στο Αιγαίο εκτίουν την ποινή τους χειµώνα - καλοκαίρι.
«Ωραία τα βιβλία», λέει ένας φύλακας, «αλλά να ξέρατε πόση ανάγκη έχουν από µπλουζάκια και παντελόνια... Κοντεύουν να κολλήσουν πάνω τους τα ρούχα».
«Τι άλλο χρειάζονται;» ρωτάµε. «Τηλεκάρτες! Μερικοί είναι έξι µήνες στη φυλακή, και οι δικοί τούς στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν νοµίζουν πως έχουν πεθάνει».
Τεράστιο βήµα θεωρείται το γεγονός ότι η διοίκηση έχει προγραµµατίσει να αγοράσει επαγγελµατικό πλυντήριο, ώστε οι κρατούµενοι που στερούνται γονικής φροντίδας να πλένουν τα ρούχα τους.
Το οδοντιατρείο λειτουργεί και κάνει σπουδαίο έργο, καθώς οι τοξικοµανείς κρατούµενοι έχουν άχρηστα δόντια. Μια νεαρή γιατρός βοηθά όσο µπορεί. Δεν υπάρχουν όµως οδοντοτεχνικά υλικά, που είναι πανάκριβα. Γι’ αυτό η διοίκηση θεωρεί µεγάλο επίτευγµα το να τους πείσει να πλένουν όλοι τα δόντια τους. Εφόσον, βέβαια, καταφέρει να εξασφαλίσει οδοντόβουρτσες και οδοντόκρεµες… Απλά πράγµατα, αυτονόητα για τους «έξω», είναι είδη πρώτης ανάγκης για τους «µέσα».

Ο ιερέας των αποφυλακίσεων

Κάποια παιδιά είναι φυλακισµένα για χρηµατικές ποινές 300 και 400 ευρώ. Μικροαδικήµατα τους οδήγησαν στη φυλακή, και η οικογένειά τους δεν είχε να πληρώσει. Συνήθως τα έξοδα τα αναλαµβάνει ένας ιερέας στην περιοχή τής Μαλακάσας. Δεν θέλει να γίνει γνωστό το όνοµά του. «Ο άγιος ανώνυµος», µας λέει µε θαυµασµό ένας υπάλληλος. «Αυτός µας προµηθεύει µπλουζάκια, παντελόνια και τηλεκάρτες. Φροντίζει χριστιανούς και µουσουλµάνους χωρίς να ρωτάει τίποτα».
Ο διευθυντής των φυλακών ανοίγει τις εγκαταστάσεις ώστε να γίνει η τελετή παράδοσης των βιβλίων που πρόσφεραν πολίτες µέσω τού ραδιοφωνικού σταθµού. «Μιλήστε µε όποιον θέλετε», λέει, «ακούστε και τα παράπονά τους, αλλά πρώτα θα σας κάνω µια ξενάγηση, να ξέρετε που ήρθατε. Εγώ», δηλώνει, «για δυο πράγµατα είµαι περήφανος. Εξαφάνισα τις κατσαρίδες και τα ναρκωτικά!».
Η αλήθεια είναι ότι στην ολιγόωρη παραµονή µας κατσαρίδες δεν είδαµε. Για τα ναρκωτικά όµως, µόνο οι κρατούµενοι µπορούν να διαψεύσουν ή να επιβεβαιώσουν. Ζητήσαµε να µπούµε σ’ ένα κελί. Δεν µας εντυπωσίασε που ήταν καθαρό, αφού περίµεναν δηµοσιογράφους. Ήταν όµως και καλοβαµµένο και είχε τρεις τηλεοράσεις. Οι κρατούµενοι µε ακουστικά παρακολουθούν ο καθένας το δικό του κανάλι. Ένας φύλακας έχει εγκαταστήσει κι ένα σύστηµα ώστε να προβάλλονται ντοκιµαντέρ, DVD και συνδροµητικά κανάλια.

Το σχολείο τής φυλακής

Στο σχολείο τής φυλακής, ένα δένδρο που έφτιαξαν οι µαθητές µε χαρτοκοπτική γράφει σε όλες τις γλώσσες των κρατουµένων ειρήνη, φιλία, δικαιοσύνη. Οι καθηγητές είναι κυρίως αναπληρωτές. Νέοι άνθρωποι, που επέλεξαν συνειδητά να υπηρετούν στο σχολείο τής φυλακής. Φυσικά δεν είναι επαγγελµατίες. Είναι λειτουργοί.
Πολλές φορές µας λένε πρέπει να καθίσουµε όλη την ηµέρα στο σχολείο, µέχρι τις τρεις ή και τις τέσσερις το απόγευµα. Το µάθηµα είναι δύσκολο. Αν δεν τους κεντρίσουν την προσοχή τούς χάνουν. «Η τάξη είναι µια φυγή για τα παιδιά, ένα µικρό ταξίδι», µας λέει µια καθηγήτρια. «Δεν δικαιούµαστε να τους χαλάσουµε το ταξίδι». Ήδη δυο µαθητές των φυλακών πέρασαν σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Θα περάσει κι άλλος φέτος, λένε µε βεβαιότητα οι καθηγητές.

Το ταξίδι

Έφθασε η ώρα να παραδώσουµε τα βιβλία. Τον λόγο παίρνει ο Βασίλης, 16 ετών. «Αυτά τα βιβλία», λέει, «τα έβγαλαν οι πολίτες από τα σπίτια τους και µας τα έστειλαν. Έτσι είναι σαν να µας έβαλαν κι εµάς µέσα στα δικά τους σπίτια, και, κοίτα φίλε µου, δεν έπαθαν και τίποτα κακό».
Ο λόγος του συγκινεί. Μίλησαν πολλά παιδιά. Κανένας κρατούµενος δεν υποστήριξε ότι είναι άδικα στη φυλακή. Όλη την ώρα ακούγαµε µπεγλέρια να παίζουν. Είναι ένα αντίδοτο στη φτώχια, καθώς δεν έχουν όλοι λεφτά για τσιγάρα.
Τελευταίος ζήτησε το λόγο ένας 22χρονος. Ήθελε να κάνει µια καταγγελία. Ωστόσο, ούτε το σύστηµα κατήγγειλε ούτε τους δικαστές, ούτε τις φυλακές. «Λυπάµαι», είπε, «που στεναχώρησα την οικογένειά µου. Ωρίµασα εδώ, και όταν βγω, θα φροντίσω να µην επιστρέψω». Ο φυλακισµένος κατήγγειλε τον εαυτό του!
Η επίσκεψη έληξε µε µια ξενάγηση στο τεράστιο προαύλιο. Τεράστιοι τοίχοι από τσιµέντο. «Θα βοηθήσετε να τούς ζωγραφίσουµε;», ρωτά ο διευθυντής, «να βλέπουν θάλασσες και όµορφα τοπία;».

Επίλογος

Η επίσκεψη κράτησε µερικές ώρες. Όσα και να δούµε ή ν’ ακούσουµε, ειδικοί δεν µπορούµε να γίνουµε ούτε και να διασταυρώσουµε όλες τις πληροφορίες. Ο διευθυντής σχεδόν µας έπεισε ότι το κλισέ των κακών υπαλλήλων είναι κοµµάτι τής αµερικανόφιλης κινηµατογραφικής µας κουλτούρας και της κακής φήµης των φυλακών. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι ο καθένας κρίνεται για τα δικά του έργα, και όχι για τα έργα τής τηλεόρασης.
«Θα σας ξαναδούµε», ρωτάει ο φύλακας στην έξοδο.
Ναι. Όταν έρθουµε για να βάψουµε τον τοίχο!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις